Ποιοί άραγε είναι οι λόγοι που προκαλούν την χαμηλή επίδοση ορισμένων παιδιών στο σχολείο και ποιοί οι τρόποι της αντιμετώπισής τους.
Το προφίλ του “κακού” μαθητή
- Περιορισμένες κοινωνικές δεξιότητες
- Χαμηλή αυτοεκτίμηση
- Εχθρική αντιμετώπιση απο συμμαθητές και εκπαιδευτικούς
- Αγχώδης κατά κανόνα
- Συχνά με προβλήματα υγείας και σωματικής διάπλασης
- Η απογοήτευση από τους χαμηλούς βαθμούς οδηγεί συχνά σε εγκατάλειψη του σχολείου
Οι δε γονείς του…
- Θεωρούν την εκπαίδευση απλώς ένα μέσο εύρεσης εργασίας
- Δύσκολα συμμετέχουν στις δραστηριότητες του παιδιού (π.χ. μελέτη)
- Δεν ενισχύουν την αυτοεκτίμηση του μαθητή
Γι αυτό…
- Μην επιβαρύνετε το παιδί σας, επισημαίνοντας του πόσο κακός μαθητής είναι
- Ενθαρρύνετε κάθε επιτυχία του
- Μη φέρνετε σε δύσκολη θέση το παιδί μπροστά σε τρίτους
- Δείξτε του εμπιστοσύνη, ελέγχοντας ταυτόχρονα τη μελέτη του
- Συζητείστε μαζί του πού μπορείτε να κάνετε λάθος
- Μη στερείτε το παιχνίδι και τις εξόδους του
- Να καταλάβετε ότι οι βαθμοί δεν είναι αυτοσκοπός
Οι κύριοι τρεις λόγοι αποτυχίας στο σχολείο
- Το μικρό εισόδημα της οικογένειας – Ο παράγοντας αυτός παίζει σπουδαίο ρόλο στην πρόωρη εγκατάλειψη του σχολείου
- Η γλώσσα – Οι ξενόγλωσσοι μαθητές δύσκολα ακολουθούν το κανονικό πρόγραμμα
- Το ιστορικό – Παίζει ρόλο αν οι γονείς ή τα αδέλφια τους είχαν εγκαταλείψει κι αυτοί το σχολείο
Στα διαγωνίσματα οι παρατηρήσεις του δασκάλου είναι πολλές. Το παιδί δεν παρακολουθεί ούτε συμμετέχει την ώρα του μαθήματος. Το άριστα είναι άπιαστο όνειρο για τους “κακούς” μαθητές. Όπως επισημαίνουν οι ειδικοί, το φαινόμενο της σχολικής αποτυχίας σημαίνει την ολική ή μερική αποτυχία του μαθητή να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις και υποχρεώσεις του σχολείου και πολλές φορές οδηγεί στην εγκατάλειψή του.
Θα πρέπει αρχικά να σκεφτούμε το σχολείο όπως είναι σήμερα: στο πλαίσιο δηλαδή του ανταγωνισμού για μια θέση στην ανώτερη εκπαίδευση, που συχνά απαιτεί πέρα από την υποχρεωτική σχολική παρακολούθηση και φροντιστηριακή υποστήριξη. Αυτό από μόνο του μπορεί να είναι ένας πολύ πιεστικός παράγοντας για το παιδί, που πέρα από το διάβασμα θα έπρεπε ταυτόχρονα να κοινωνικοποιείται, να παίζει και να αθλείται. Όλη αυτή η πίεση όμως πολλές φορές λειτουργεί αποτρεπτικά και φέρνει αντίθετα αποτελέσματα.
“Αυτοί που δεν παίρνουν τα γράμματα”, “οι ανίκανοι”, “οι αδιάφοροι”, “οι τεμπέληδες”, “οι καθυστερημένοι”. Με αυτούς τους χαρακτηρισμούς οι μαθητές χρεώνονται την αποκλειστική ευθύνη για την αποτυχία στο σχολείο και αυτό δεν παρατηρείται μόνο στο οικογενειακό, αλλά και στο σχολικό περιβάλλον. Πίσω όμως από τους κακούς μαθητές που δεν “παίρνουν τα γράμματα”, βρίσκονται περιβάλλοντα φτωχά, μειονεκτικά, χωρίς προσδοκίες και γονείς ανεπαρκείς και αδύναμοι. Πίσω από τους “τεμπέληδες” μαθητές βρίσκονται εκπαιδευτικοί κουρασμένοι και προκατειλημμένοι χωρίς καμία διάθεση να διδάξουν έναν “δύσκολο” μαθητή, πιστεύουν οι ψυχολόγοι.
Ο ρόλος των εκπαιδευτικών
Γι αυτό και είναι επιτακτική ανάγκη οι εκπαιδευτικοί να έρθουν σε επικοινωνία με τον ίδιο το μαθητή. Να προσπαθήσουν να εκμαιεύσουν τι κρύβεται πίσω από μία κακή σχολική επίδοση. Εάν υπάρχουν προβλήματα στο σπίτι που αποσπούν την προσοχή του παιδιού ή εάν υπάρχει αντίθετα ένα υποστηρικτικό περιβάλλον. Διαφορετικά, υπάρχει το ενδεχόμενο απλώς να δυσκολεύεται το παιδί, να έχει δηλαδή μαθησιακά προβλήματα, οπότε χρειάζεται ενισχυτική διδασκαλία ή αξιολόγηση από εξειδικευμένο προσωπικό.
Κι ενώ η πολιτεία πρέπει να είναι αρωγός στους εκπαιδευτικούς ωστόσο δεν υπάρχει καμιά σημαντική βοήθεια από ειδικούς ψυχολόγους. Πολλοί πιστεύουν ότι κανένας μαθητής δεν είναι τεμπέλης. Απλώς μπορεί να μην έχει τα κίνητρα είτε από την οικογένεια είτε από τον δάσκαλο, να μην τον επιβραβεύει.
Τέλος, αυτό που ίσως είναι το πιο σημαντικό είναι να μην περιθωριοποιεί ο εκπαιδευτικός τον μαθητή. Να εντοπίζει το πρόβλημα, να σκύβει από πάνω κι όχι να αγνοεί τον “κακό” μαθητή και να κάνει μάθημα με όσα παιδιά μπορούν να παρακολουθήσουν.
Ο ρόλος των γονιών
Ο ρόλος των γονιών είναι, όπως επισημαίνουν οι ειδικοί, καθοριστικός. Οι γονείς είναι η συνέχεια του σχολείου. Γι΄ αυτό και θα πρέπει να κρατήσουν κοινή στρατηγική αντιμετώπιση. Δεν μπορεί ο ένας να είναι αυστηρός με τον “κακό” μαθητή και ο άλλος να λέει “δεν πειράζει”. Από τα πρώτα πράγματα που πρέπει να κάνουν είναι να μην επισημαίνουν στο παιδί, και μάλιστα μπροστά σε τρίτους, το πόσο κακός μαθητής είναι, γιατί έτσι θα ενισχύσουν τον φαύλο κύκλο της αποτυχίας.
Έρευνα που ολοκληρώθηκε το 2007 και πραγματοποιήθηκε από το Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών (ΕΚΚΕ) έδειξε ότι όλοι σχεδόν οι μαθητές του δημοτικού θεωρούν ότι οι γονείς τους θέλουν καλούς βαθμούς, ενώ σχεδόν οι μισοί από τους συμμετέχοντες μαθητές λυκείου δήλωναν ότι οι γονείς τούς πιέζουν για να παίρνουν άριστα. Θα πρέπει λοιπόν να καταλάβουν μαθητές και γονείς ότι η υψηλή βαθμολογία δεν είναι αυτοσκοπός, αλλά το βραβείο για μια καλή προσπάθεια.
Αντίθετα, θα πρέπει να ενθαρρύνουν κάθε επιτυχία του παιδιού όσο ασήμαντη κι αν τους φαίνεται. Κι όχι να μπαίνουν σε παιχνίδια ανταγωνισμού- “εγώ στην ηλικία σου ήμουν ο καλύτερος μαθητής”- καθώς έτσι όχι μόνο δεν θα το βοηθήσουν, αλλά θα το κάνουν να αισθάνεται ακόμα πιο μειονεκτικά, ακόμα πιο αποτυχημένο, να νιώθει ότι δεν μπορεί να κάνει τίποτα, πως δεν είναι αρκετά καλός για την οικογένεια και τελικά να οδηγηθεί στην παραίτηση είτε του διαβάσματος είτε του σχολείου. Οι δε γονείς θα πρέπει να βάζουν όρια στο διάβασμα του παιδιού: Τα παιδιά χρειάζονται σταθερότητα που επιτυγχάνεται όχι με αυστηρές τιμωρίες, αλλά με τη θέσπιση ορίων.